Έπειτα από οκτώ ώρες δύσκολων διαπραγματεύσεων οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) της καγκελαρίου Άγγελα Μέρκελ και οι Σοσιαλδημοκράτες αποφάσισαν να υιοθετήσουν μια σειρά μέτρων οικονομικής επιδότησης και φορολογικής ελάφρυνσης.
Μπροστά στις αυξανόμενες επιπτώσεις της πανδημίας στην ευρωπαϊκή οικονομία, η επιδότηση όσων πολιτών έχουν δει τις συμβάσεις εργασίας τους να αναστέλλονται θα παραταθεί μέχρι το τέλος του έτους.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός στη Γερμανία συμφώνησε στη διάρκεια της νύκτας της Τετάρτης προς Πέμπτη σε ένα νέο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας προς τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους που έχουν πληγεί από την επιδημία του κορονοϊού, ύψους 10 δισ. ευρώ.
Μετά τον τέταρτο μήνα αναστολής της σύμβασής τους, οι πολίτες της Γερμανίας θα λαμβάνουν από το κράτος το 70% με 77% του καθαρού μισθού τους και μετά τον έβδομο μήνα το 80% με 87%, έναντι του 60% με 67% που λαμβάνουν τώρα.
Εξάλλου όσοι είναι ήδη άνεργοι θα δουν τα επιδόματά τους να παρατείνονται κατά τρεις μήνες, στην περίπτωση που πλησιάζει το τέλος της περιόδου επιδότησής τους.
Ο ΦΠΑ στον τομέα της εστίασης, που έχει πληγεί ιδιαίτερα από το κλείσιμο μέχρι νεοτέρας των εστιατορίων και των καφέ, θα μειωθεί από την 1η Ιουλίου και για ένα χρόνο στο 7% από το 19% που είναι τώρα.
Παράλληλα προκειμένου να βοηθηθούν οι οικογένειες τα παιδιά των οποίων είναι αναγκασμένα να παρακολουθούν μαθήματα μέσω διαδικτύου λόγω του κλεισίματος των σχολείων, θα τους δοθούν επιδόματα για την αγορά ηλεκτρονικών υπολογιστών, τα οποία θα φτάνουν έως και τα 150 ευρώ.
Το νέο αυτό οικονομικό πρόγραμμα – το κόστος του οποίου εκτιμάται στα 10 δισ. ευρώ – προστίθεται σε ένα άλλο πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας της Γερμανίας ύψους 1,1 τρισ. ευρώ που έχει ήδη υιοθετηθεί.
Συνεχίζεται, ωστόσο, η αντιπαράθεση για την έκδοση κοινού ομολόγου με στόχο να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του κορωνοϊού. Την αντίθεσή τους εκφράζουν η Γερμανία και άλλοι «ισχυροί» της ευρωζώνης.
Γιατί οι Γερμανοί δεν θέλουν ευρω-ομόλογα;
Στόχος του εγχειρήματος στην ΕΕ είναι η κοινή ανάληψη χρέους από όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, με κοινή ευθύνη για την αποπληρωμή του κεφαλαίου, αλλά και των τόκων και με προοπτική να διαμοιραστούν τα χρήματα, ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. Αυτό σημαίνει ότι οι οικονομικά ισχυρές χώρες θα πλήρωναν υψηλότερο επιτόκιο από αυτό που καταβάλλουν σήμερα, ενώ αντιστοίχως θα μειωνόταν το βάρος των τόκων για τους οικονομικά ασθενέστερους. Εάν όμως ένας από τους οφειλέτες κήρυττε στάση πληρωμών, τα υπόλοιπα κράτη-μέλη θα έπρεπε να επωμισθούν τις υποχρεώσεις του, δηλαδή την αποπληρωμή των δανείων του.
Εννέα οι «πρόθυμοι» για το ευρωομόλογο
Ασφαλώς είναι μία ελκυστική προοπτική για χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, που έχουν ήδη υψηλό δημόσιο χρέος και θα προτιμούσαν τη χρηματοδότηση μέσω κοινού ομολόγου από μία προσφυγή στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Το ευρωομόλογο στηρίζουν επίσης η Γαλλία και άλλες έξι ευρωπαϊκές χώρες. Την ίδια στιγμή Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία και Γερμανία επιμένουν στην άρνησή τους, γιατί φοβούνται ότι ένα κοινό ομόλογο θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου. Το επιχείρημά τους: οι ενδιαφερόμενες χώρες θα έβλεπαν το ευρωομόλογο ως «λευκή κάρτα», ώστε πάλι να αναβάλουν πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Να μην εξυγιάνουν τον προϋπολογισμό τους, να μην εκσυγχρονίσουν την αγορά εργασίας, τα συστήματα κοινωνικής ασφαλισης, τη φορολογική νομοθεσία τους.
Τα ευρωομόλογα είναι ο «λάθος δρόμος» για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της πανδημίας, επανέλαβε η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ μιλώντας, τη Δευτέρα, στο προεδρείο του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU). Στη συνεδρίαση που έγινε μέσω τηλεδιάσκεψης επήλθε συμφωνία, επισημαίνουν οι συμμετέχοντες, ότι μία κοινή ανάληψη κινδύνου θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις στη Γερμανία.
Ενδεικτικό το σχόλιο του Φρίντριχ Μερτς, άλλοτε επικεφαλής της Κ.Ο. του κόμματος, ο οποίος διεκδικεί την προεδρία των Χριστιανοδημοκρατών. Σε μήνυμά του μέσω Twitter ο Μερτς επισημαίνει ότι μέχρι στιγμής η Ιταλία δεν αποδέχεται την οικονομική βοήθεια που διαθέτει η ΕΕ (μέσω του ESM) και προφανώς «αυτό δείχνει ότι η Ιταλία δεν αντιμετωπίζει καμία επείγουσα ανάγκη χρηματοδότησης, αλλά προσπαθεί να πιάσει απάγκιο σε εποχές κορωνοϊού για να εξασφαλίσει άνευ ορίων αναχρηματοδότηση του κρατικού προϋπολογισμού…»
Ένας για όλους, όλοι για έναν;
Ήδη στην περίοδο της ευρω-κρίσης κάποιοι πρότειναν την έκδοση ευρωομολόγων. Το 2010 η Άνγκελα Μέρκελ, μιλώντας στην Ομοσπονδιακή Βουλή, απαντούσε ότι «κάθε βραχυπρόθεσμη απόφαση για σταθεροποίηση ενός κράτους-μέλους πρέπει να συνάδει με τους μακροπρόθεσμους στόχους για τη σταθερότητα της οικονομικής και νομισματικής ένωσης ως συνόλου». Ήταν η εποχή που Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Ιρλανδία βρίσκονταν ενώπιον της χρεοκοπίας. Η Μέρκελ έλεγε ότι «ο γερμανικός λαός εγκατέλειψε το μάρκο, έχοντας εμπιστοσύνη σε ένα σταθερό ευρώ και αυτή η εμπιστοσύνη δεν επιτρέπεται να πληγεί σε καμία περίπτωση». Γι αυτό, συμπλήρωνε, «καλός Ευρωπαίος δεν είναι εκείνος που παρέχει γρήγορη βοήθεια, αλλά εκείνος που τηρεί τις ευρωπαϊκές συνθήκες και το εκάστοτε εθνικό δίκαιο, διασφαλίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη σταθερότητα στην ευρωζώνη».
Πράγματι, το άρθρο 125 της Συνθήκης αναφέρει ότι κάθε κράτος-μέλος αναλαμβάνει την ευθύνη για το χρέος του. Από το 1993 η Γερμανία είχε ξεκαθαρίσει ότι η συγκεκριμένη ρήτρα («no-bail-out») αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή της στο ευρώ. Ο τότε υπουργός Οικονομικών Τέο Βάιγκελ ξεκαθάριζε ότι «δεν αναλαμβάνουμε χρέη άλλων χωρών, δεν θα γίνουμε κοινότητα χρέους». Τον Ιούνιο του 2012 η Άνγκελα Μέρκελ δήλωνε ότι «εργαλεία όπως τα ευρωομόλογα, τα euro-bills ή το Ταμείο Κοινής Ευθύνης όχι μόνο αντίκεινται στο γερμανικό Σύνταγμα, αλλά θεωρώ ότι και από οικονομικής απόψεως είναι λανθασμένα και αντιπαραγωγικά». Αντ’ αυτού η Μέρκελ πρότεινε να καθιερωθεί το δίκαίωμα άμεσης πρόσβασης (Durchgriffsrecht) στον οικονομικό έλεγχο χωρών που παραβιάζουν τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας. Ωστόσο ποτέ δεν στήριξε την πρόταση να θεσπιστεί το αξίωμα ενός Υπουργού Οικονομικών της ΕΕ, εκτιμώντας πως μία τέτοια απόφαση θα κατέλυε την εθνική κυριαρχία σε ζητήματα δημοσιονομικής πολιτικής.
Τι πιστεύουν οι ίδιοι οι πολίτες;
Σε εποχές πανδημίας οι ίδιοι οι Γερμανοί φαίνονται πάντως πιο δεκτικοί στην ιδέα των ευρωομολόγων απ΄ότι στην περίοδο της ευρω-κρίσης. Σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις περίπου το 40% των Γερμανών στηρίζει τη σχετική πρόταση. Εξίσου μεγάλο, γύρω στο 40%, είναι το ποσοστό εκείνων που την απορρίπτουν, ενώ ένας στους πέντε παραμένει αναποφάσιστος. Την ίδια στιγμή στην Ιταλία επικρατούν έντονες αντιδράσεις για την άρνηση του Βερολίνου να συναινέσει στην έκδοση ευρωομολόγων. Σύμφωνα με πρόσφατη σφυγμομέτρηση το 52% των Ιταλών θεωρεί «πιο φιλική χώρα» την Κίνα, ενώ το 45% αναφέρει ως «πιο εχθρική χώρα» τη Γερμανία.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ – Euro2day.gr